EN | FR | GR

1992
SKOUFA GALLERΥ, ATHENS
September 22- October 10, 1992

Γιώργος Μανιώτης
Το Βασίλειο των Νέων



Το καλοκαίρι, τα γυμνά σώματα, η θάλασσα, τα βράχια και το αεράκι των ερώτων είναι το τελευταίο βασίλειο των νέων. Είναι η τελευταία τους κληρονομιά που μόνο ο χρόνος πιά μπορεί να τους την κλέψει. Είναι η περιουσία τους κι η παρηγοριά τους που γίνεται κι ελπίδα και στην ανάγκη μερικές φορές γίνεται και μέγα όπλο για να αντέξουν την ζωή και να τα βγάλουν πέρα.
Τα μεσημέρια με την σκιά ο πόθος για ζωή λευθερώνει και λύνει τα σώματα πάνω στα ροζ κρεβάτια. Υπάρχει σιγή κι αναμονή μέσα στα ροζ σεντόνια, οι ιαχές των σκοτεινών σωμάτων δεν εισακούονται. Μένει μετέωρος ο έρωτας, κρεμασμένος στην λάβρα της μελαχροινής ματιάς που βυθίζεται αργά σε ένα ύπνο αυτάρεσκο.
Το δειλινό πάλι με τις συνομωσίες του και τα μυστικά του ανασταίνει τους πόθους και σαν να κάνει φίλους, τους παλιούς εραστές. Το πρωινό όμως όταν ξυπνήσουν, με το αεράκι της γνώσης να τους φυσά, ο ένας σίγουρα θα κοιτάει κατά την ανατολή και θα' χει αφήσει πίσω του και μακριά πολύ, τις προσφορές του άλλου. Δεν παγιδεύονται και τόσο εύκολα με τα φιλιά σήμερα οι άνθρωποι. Ριγούν από τρόμο μέσα στο νερό σαν βλέπουν το ξύλινο στήθος της θεάς-μητέρας να αναδύεται και να τραβά προς τα ρηχά για να παραδοθεί στις θωπείες του ηλίου και της άμμου. Κι ο έρωτας, κάπου ψηλά στον ουρανό, μικρό παιδί προσπαθεί να κρύψει το γδαρμένο πρόσωπο του με τον ώμο της φτερούγας του. Είναι σκληρός βοριάς μέσα στην ειρήνη του καλοκαιριού τούτος ο έρωτας. Δεν επισκέπτεται πολλούς κι ας φαίνεται πως αλωνίζει.
Ξεγελά τους ανθρώπους και τους αφήνει μονάχους μέσα στα μπαλκόνια τους, κάτω από αδύναμα και σκονισμένα φύλλα να αφουγκράζονται για κάποια βήματα που πιθανόν να πλησιάζουνε στο σπίτι.
Έτσι το όνειρο και το βασίλειο των νέων, σιγά-σιγά γυρίζει ανάποδα. Οι καπνοί της καθημερινής μας μάχης, θολώνουν το τοπίο, αρρωσταίνουν τα χρώματα, μολύνουν την γή, γεμίζουν με ανταύγειες φωσφόρου τα νερά. Κάτι έχει γίνει, κάτι συνέβηκε μέσα στους ατέλειωτους χειμώνες μας που φτάνει κι εγγίζει και χαλνά τα νιάτα μας, τα καλοκαίρια. Σαν να τρύπησε το φώς και σαν να γίναν οι ματιές σπαθιά. Γι' αυτό οι άνθρωποι φιλιούνται πάντοτε κλείνοντας τα μάτια. Όταν δουν κι όταν μετρήσουν, το φιλί τους γίνεται άμμος και χάνεται μέσα από τα δάκτυλα τους.
Κι όμως όταν αρχίζει το καλοκαίρι οι νέοι τρέχουν στην θάλασσα ξαπλώνουν στα χιλιοπατημένα βράχια, γυρεύουν φιλιά κι έρωτες... σημάδι πως η ζωή συνεχίζεται, θα υποστηρίξει κάποιος αισιόδοξος που συνηθίζει να αποχωρεί νωρίς. Αν παρέμενε όμως, κοντά εκεί, στο τέλος της μέρας θα έβλεπε τους νέους με πρόσωπο πετρωμένο να ατενίζουν αδύναμοι, γυμνοί σχεδόν, απροετοίμαστοι τους χειμώνες και το μέλλον να ζυγώνουν. Εποχές δηλαδή όπου διοικούν άνθρωποι που έχουν συνηθίσει τα ενδύματα τους και φοβούνται να τους δει ο ήλιος. Αυτά όλα με αφορμή την ζωγραφική του Γ. Χαδούλη.

 
Powered by PCManagerOfficial website of George Hadoulis. All works copyright protected.